Quantcast
27.5 C
Thessaloniki
Σάββατο, 13 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠροσωπικότητες20 χρόνια #ΤαONIRAMAς

20 χρόνια #ΤαONIRAMAς

- Advertisment -spot_imgspot_img

Onirama – Από τη Θεσσαλονίκη, στον στρατό, στην γνωριμία μεταξύ σας, στην απόφαση να κάνετε μια μπάντα.

Στο αρχικό όνομα Mixin’ Up The Medicine, στα live σε Malt n Jazz, Μύλο και Shark, η αλλαγή ονόματος σε Onirama (μάλλον γιατί βλέπατε ότι θα πραγματοποιήσετε τα όνειρά σας). Πρώτο τεράστιο hit Ο Χορός, πρώτη μεγάλη συνεργασία με Αντώνη Ρέμο & secret concert, μονιμοποίηση της βάσης σας στην Αθήνα. Δημιουργείτε νέα τάση στη νυχτερινή Αθήνα, στη συνέχεια ένα νέο άλμπουμ (Κλεψύδρα) και ενθουσιασμός στα charts. Την ίδια χρονιά, μεγάλη περιοδεία στην Ελλάδα και άνοιγμα στη συναυλία του Lenny Kravitz. Καλύτερο συγκρότημα της χρονιάς, κήρυκες του Εθελοντισμού για το Αθήνα 2011 και τους Special Olympics -γράφοντας και το τραγούδι της ελληνικής αποστολής.

Υποψήφιοι στα MTV Europe Μusic Αwards, νέο secret concert με καλεσμένους σας τους Guisy Ferreri, Aksent και Chicago Mass Choir. Κυκλοφορία ενός σημαντικού άλμπουμ για εσάς -το Χωρίς Αιτία- και πρώτο τραγούδι σας για μουσική επένδυση ταινίας (I love Karditsa). Συλλεκτική κασετίνα με κορυφαίες συνεργασίες σε επανεκτελέσεις κομματιών σας (Σαββόπουλος, Μάνου, Στόκας, Λαζόπουλος) και στη συνέχεια συνεργασία στον δίσκο της Χαρούλας Αλεξίου. Τρία τραγούδια σας (Κλεψύδρα, Ό,τι Δεν Έχεις, Παραδώσου) συμπεριλαμβάνονται στο top 100 ελληνικών & ξένων τραγουδιών για το 2009.

Συνεργασία με Μιχάλη Χατζηγιάννη, ξανά συγκρότημα της χρονιάς, ηχογράφηση στο στούντιο του θρυλικού Greg Haver. Δεύτερο soundtrack σε ταινία (Νήσος 2) και μεταγραφή στη Minos, τη μεγαλύτερη δισκογραφική στην Ελλάδα. Ξανά πρωτοπόροι στην ελληνική σκηνή, με unplugged συναυλίες στην παραλία. Μια άλλη ξεχωριστή στιγμή η συνεργασία στο Auditorium Parco Della Musica της Ρώμης με τη νικήτρια του ιταλικού X Factor. Στην συνέχεια, πρώτη συμμετοχή του Θοδωρή σε talent show, συναυλία στην O2 Forum-Kentish στο Λονδίνο, soundtrack για διαφήμιση της Coca Cola και δεν έχετε σταματημό… 

-Πριν ξεκινήσουμε οτιδήποτε άλλο, πώς ήταν η εμπειρία σας στη drive in συναυλία; Σας σάστισε καθόλου το σκηνικό; 

Θοδωρής Μαραντίνης (φωνή, ακουστική κιθάρα): Η αλήθεια είναι πως μόλις ήρθαμε σ’ επαφή με τον Δήμο Γλυφάδας για να κάνουμε τη συναυλία, προβληματίστηκα -περισσότερο για το πώς θα γίνει η επαφή με τον κόσμο. Από την άλλη, το drive in είναι ένα concept που προσωπικά με γοητεύει πάρα πολύ, ήθελα πάρα πολύ να το βιώσω. Και τελικά, βγήκε κάτι πολύ όμορφο. Ο κόσμος λόγω απόστασης είχε το δικαίωμα και την άνεση να βγει και λίγο από το αυτοκίνητο, οπότε χόρευε, τραγουδούσε, καθόταν πάνω στα καπό, κόρναρε, είχε τρομερή διάθεση -λογικό, μιας και ήταν και σκασμένος τόσους μήνες. Ένα πολύ όμορφο σκηνικό, που μας έδωσε και τη δυνατότητα να επικοινωνήσουμε, αλλά και ένα μοναδικό και δυνατό αποτέλεσμα.
Δημήτρης Κοκονίδης (ντραμς): Αρχικά να πούμε πως ήταν μια φοβερή ιδέα. Ένα πολύ πετυχημένο concept, που υλοποιήθηκε σωστά, με όλα τα μέτρα, χωρίς συνωστισμό, κλπ. Ήταν όμως και ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα, αφού ο Μαραντίνης έδινε συνθήματα τύπου “πάμε τις κόρνες τώρα!”, “πάμε τα φώτα τώρα”. Ο Θοδωρής είναι επικοινωνιακός έτσι και αλλιώς, ξαφνικά έπρεπε να επικοινωνήσει και με τ’ αυτοκίνητα!
Άλεξ Simon Παπακωνσταντίνου (μπάσο): Θεωρώ πως στήθηκε με απόλυτο σεβασμό προς την κατάσταση και τον κόσμο. Ήταν μια αρκετά διαφορετική, αλλά πολύ όμορφη ευκαιρία να μοιραστούμε ξανά τη μουσική μας. Να μοιραστούμε ξανά όμορφες στιγμές. Όμορφες και για εμάς, και ελπίζω και για τον θεατή.
Χρήστος Τρεσίντσης (πλήκτρα): Ήταν μια πραγματικά μοναδική εμπειρία. Drive in είχαμε δει ως τώρα μόνο σε ταινίες και σε μία «φυσιολογική» κατάσταση δεν νομίζω να είχαμε την ευκαιρία για κάτι τέτοιο, από την άλλη ήταν λίγο περίεργο το σκηνικό γιατί ήταν πολύ διαφορετικό απ’ αυτό που έχουμε συνηθίσει. Πάντως ήταν μία διέξοδος, γιατί είχαμε να δώσουμε συναυλία πάνω από 2 μήνες και ήταν πολύ αναζωογονητικό -και για μας, αλλά και για το κοινό νομίζω.
Γιώργος Κοκονίδης (ηλεκτρική κιθάρα): Προσωπικά, μου άρεσε πολύ, μιας και είμαι θιασώτης των ταινιών του ‘50, που είναι συνδεδεμένες με το drive in. Αυτό που θέλαμε ήταν να κάνουμε τον κόσμο που μας τίμησε να περάσει καλά. Τίποτ’ άλλο.

-Τελικά, αν τα δεις πιο προσεκτικά και αναλυτικά, σε πιάνει ένα δέος. Παρουσία 20 χρόνων, με μια σταθερά ανοδική πορεία. Ακόμα και ο πιο δύσπιστος, δεν μπορεί παρά ν’ αποδεχθεί τη διαχρονικότητα. Ακόμα και όσοι -κατά την πρώτη σας δεκαετία- είχαν στο μυαλό τους ότι δεν μπορεί να στεριώσει ελληνικό συγκρότημα, αναθεώρησαν. Πώς φαίνεται μέσα από τα μάτια σας η πορεία αυτή; Ποιες δυσκολίες σκέφτεστε ως αυτές που ξεπεράστηκαν πρώτες και τελικά φτάσατε εδώ; 

ΘΜ: Ίσως ήταν με το υπάρχον κατεστημένο, σε σχέση με τα συγκροτήματα. Μέχρι τότε υπήρχαν πολύ όμορφα και πολύ πετυχημένα συγκροτήματα, αλλά σε ένα άλλο επίπεδο -από τους Πυξ Λαξ μέχρι τις Τρύπες, που ναι μεν γέμιζαν στάδια, αλλά θεωρούνταν κατά κάποιον τρόπο underground. Εμείς αυτό που φέραμε ένωνε τη συναυλία με το clubbing και τη νοοτροπία των εμφανίσεων κάθε εβδομάδα -σαν να έκανες ένα πάρτι σπίτι σου, όπου βάζεις διάφορα τραγούδια από διαφορετικά είδη. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία. Αυτή την ένωση των χώρων που κάναμε δεν την καταλάβαιναν κάποιοι -ακόμα και άνθρωποι που σκοπεύαμε να συνεργαστούμε δισκογραφικά ή σε live. Αυτά όμως συμβαίνουν όταν δεν βάζεις μια ταμπέλα πάνω σου.
ΔΚ: Για μένα, η δυσκολία ήταν μία και μοναδική: το ρεπερτόριο. Επειδή ήταν κυρίαρχο το μπουζούκι, δεν υπήρχε αυτό το ποπ με ελληνικό στίχο, αυτό που κάναμε εμείς.
ΑSΠ: Είχα την ευκαιρία να γίνω μέλος των Onirama το 2012. Βρήκα μια πολύ ενωμένη ομάδα που με αγκάλιασε θερμά και με έκανε να νιώσω «δικός τους» από την πρώτη στιγμή. Γνωρίζοντας σιγά – σιγά αυτή την ομάδα, κατάλαβα πως όλες οι δυσκολίες ξεπερνιούνται πολύ εύκολα, με εμπιστοσύνη και όρεξη για καλή μουσική.
ΧΤ: Οι δυσκολίες ήταν πολλές -ειδικά στην αρχή της πορείας αλλά και τη συνέχειά της, γιατί όλο αυτό ξεκινάει αφού έχεις κάνει μία πρώτη επιτυχία. Η πρώτη μεγάλη δυσκολία νομίζω ήταν το να έρθει η πρώτη μας δισκογραφική δουλειά. Η δισκογραφική εταιρεία LYRA και η τότε διευθύντριά της Ντόρα Ρίζου, είδε κάτι σε αυτό που κάναμε, πίστεψε σε αυτό και ήρθε έτσι το ντεμπούτο μας -το Δύσκολος Καιρός Για Πρίγκιπες- μετά από αρκετές απορρίψεις από άλλες δισκογραφικές. Υπήρχαν και άλλα πολλά, όπως το «Είστε πολλοί, δεν θα χωράτε σε πρωινάδικο» που ειπώθηκε από στέλεχος δισκογραφικής! Νομίζω πάντως πως όλες τελικά οι δυσκολίες ξεπεράστηκαν, λόγω της ουσίας της παρέας που είχε δημιουργηθεί.
ΓΚ: Όταν κατεβήκαμε στην Αθήνα, έπρεπε να επιλέξουμε προς τα πού θέλουμε να κινηθούμε. Αυτό έγινε -ευτυχώς- χωρίς να ρίξουμε νερό στο κρασί μας (ή τέλος πάντως, ρίχνοντας πολύ λιγότερο απ’ όσο φανταζόμουν αρχικά) εξακολουθώντας να κάνουμε αυτό που κάναμε και στη Θεσσαλονίκη.

Θοδωρης Μαραντινης

Η καθημερινή επαφή μεταξύ σας, δημιούργησε φθορά στις σχέσεις σας; Ή τις δυνάμωσε και δεν μπορείτε ο ένας χωρίς τον άλλον; 

ΘΜ: Είναι πολλά τα 20 χρόνια. Είναι η μισή μας ζωή, γιατί λίγο πολύ όλοι μας πλησιάζουμε τα 40. Και υπάρχουν περίοδοι που είμαστε παρέα και πολλές μέρες -είτε δουλεύοντας, είτε σε περιοδεία- κάποιες φορές περισσότερο και απ’ όσο είμαστε μαζί με τις οικογένειές μας. Αυτό έχει δημιουργήσει πάρα πολύ δυνατούς δεσμούς, μέσα απ’ αυτό γίναμε πάρα πολύ καλοί φίλοι, συγγενέψαμε ακόμα. Σίγουρα μετά από ένα σημείο θες και τον αέρα σου -με την καλή έννοια- αλλά υπάρχουν πάρα πολλές στιγμές που θα βγούμε, θα διασκεδάσουμε, θα πάμε να δούμε μια ταινία. Μπορεί το ότι έχουμε οικογένειες να έχει αλλάξει τις προτεραιότητες, αλλά το κάνουμε.
ΔΚ: Το δεύτερο. Είναι η δεύτερή μας ζωή. Αν και πιο παλιά εμείς (εκτός του Θοδωρή) ήμασταν αλλού, εμείς ακούγαμε ελληνικά και σκεφτόμασταν “τι ντροπή, πώς μπορεί να παίζει με ελληνικό στίχο;”. Για μένα, η επαγγελματική πορεία στη μουσική δεν ήταν όνειρό μου, το έβλεπα πολύ πιο ελαφρά, ενώ ο Θοδωρής το ήξερε ότι θα το κάνει αυτό στη ζωή του -και θα το έκανε ούτως ή άλλως.
ΧΤ: Οι σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ μας είναι πια σχέσεις ζωής, με τις χαρές και τις λύπες που μπορεί να συνεπάγεται αυτό, όπως και με τις επιτυχίες και τις εκάστοτε δυσκολίες που ενδεχομένως θα προκύψουν. Πολλές φορές, μεταξύ αστείου και σοβαρού, λέμε ότι είμαστε οικογένεια. Βέβαια, αυτό έχει και μία αληθινή διάσταση, αφού ο Δημήτρης (ντράμερ) και ο Γιώργος (κιθαρίστας) είναι αδέρφια! ‘Ομως σίγουρα οι σχέσεις μας είναι πολύ ισχυρές πια, μέσα απ’ όλη αυτή την πορεία και τις εμπειρίες που έχουμε ζήσει!
ΑSΠ: Πιστεύω πως -όπως και σε κάθε είδος σχέσης, επαγγελματική ή προσωπική- αν όλοι είναι ενωμένοι, αγαπημένοι και υπάρχει σεβασμός, ό,τι και να γίνει, όλα πάνε καλά.
ΓΚ: Κοίταξε, για μένα οι σχέσεις μας είναι όπως ήταν τότε. Και αυτό είναι και το σημείο κλειδί. Γιατί αν σταματήσουμε να έχουμε αυτή τη σχέση, θα τελειώσει και η μπάντα.

-Από τη Θεσσαλονίκη και τις μουσικές σκηνές, στην Αθήνα και το επίκεντρο της μουσικής βιομηχανίας. Άλμα ή σκαλί-σκαλί; 

ΘΜ: Ο κόσμος είδε ένα άλμα. Το ευρύ κοινό μάς γνώρισε όταν κατεβήκαμε στην Αθήνα, αλλά εμείς χτίζαμε όλο αυτό το πράγμα πάνω σε πολύ γερά θεμέλια. Δυναμώσαμε πολύ τους δεσμούς μεταξύ μας, βρήκαμε μια πολύ καλή ισορροπία μουσικά αλλά και οργανωτικά -ώστε ο καθένας να έχει τον ρόλο του, τη θέση του μέσα στην μπάντα. Οπότε όταν βγήκαμε… στο γήπεδο, να παίξουμε Α’ Εθνική, ήμασταν έτοιμοι. Είχαμε τα τραγούδια μας, την εμπειρία μας, έναν πυρήνα κοινού στη Θεσσαλονίκη πολύ δυνατό, οπότε ξεκινούσαμε με πολύ καλές αποσκευές.
ΧΤ: Σκαλί-σκαλί νομίζω… Πριν κατέβουμε στην πρωτεύουσα είχαμε ήδη μία πορεία 5 ετών στη Θεσσαλονίκη, όπου «ζυμωθήκαμε» και μουσικά και ως παρέα. Μετά ήρθε όλη αυτή η πορεία ως συνέχεια αυτού που κάναμε, οπότε δεν το αισθανθήκαμε ξαφνικό και απότομο. Ήταν απλά μια πολύ ευχάριστη εξέλιξη και τροπή των πραγμάτων -η καλύτερη μάλλον που θα μπορούσε να συμβεί.
ΑSΠ: Δυστυχώς δεν ήμουν παρών. Από την οπτική γωνία του θεατή/ακροατή, μπορεί να φάνηκε σαν άλμα. Πιστεύω όμως πως τα παιδιά δούλεψαν σκληρά και πήγε αναγκαστικά σκαλοπάτι-σκαλοπάτι.

Δημητης Κοκονιδης

-Όταν ενωθήκατε για πρώτη φορά, ποια από τα παρακάτω συνέβησαν: Προσπαθήσατε να δημιουργήσετε χημεία μεταξύ σας; Περνούσατε όμορφα με αυτό που ζούσατε; Κάνατε κάποιο καλό live στην πόλη σας; Αρχίσατε να δημιουργείτε τη δική σας μουσική; Ζήσατε το να μην έρχεται το κάτι παραπάνω που περιμένατε; Νιώσατε να αρχίζει μια αμφισβήτηση τύπου “ποιοι είμαστε και τι κάνουμε”; Ή κάποια βήματα δεν έγιναν ποτέ; 

ASΠ: Σ’ αυτό θα σου το απαντήσουν τα ιδρυτικά μέλη… 😉
ΔΚ: Αυτή η διαφορά νοοτροπίας και λογικής που είχαμε δεν μας άφησε να το σχεδιάσουμε από την αρχή, ενώ τα βρήκαμε πάρα πολύ ως παρέα, ως φίλοι -βλέπω την πλάτη του Θοδωρή και ξέρω τι θέλει να μου πει. Εδώ δεν είχαμε τυπωμένο το πρόγραμμα στα live. Μιλώντας για live, είχαμε παίξει στον Μώλο στην Καλλιθέα, από τις 6 το απόγευμα ως τις 3 το πρωί. Συνεχόμενα. Και με πρώτο κομμάτι -Αύγουστο μήνα- το Last Christmas…
ΧΤ: Όλα αυτά συνέβησαν, αρχίσαμε πρώτα να παίζουμε μαζί, γίναμε παρέα και περάσαμε κάποια καταπληκτικά χρόνια παίζοντας και γράφοντας μουσική, βγαίνοντας έξω ατέλειωτες ώρες και μετά όλοι μαζί για την εμφάνιση στο εκάστοτε μαγαζί που παίζαμε. Γενικά ήμασταν μια παρέα που κάποια στιγμή -μεταξύ άλλων- ανέβαινε στην σκηνή και έπαιζε μουσική. Ύστερα ήρθε το «κάτι παραπάνω» όμως η κεντρική ιδέα δεν άλλαξε, η μουσική για μας βασικά είναι εκτόνωση.
ΓΚ: Όλα έγιναν με μια φυσική συνέχεια. Κάθε τι που κάναμε έπαιρνε τον χρόνο του, δεν έγινε τίποτα απότομα. Γι’ αυτό το πράγμα παλεύαμε 6 χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Έτσι καταφέραμε και κατεβήκαμε στην Αθήνα όντας πετυχημένοι στην πόλη μας.

-Ποιος ήταν ο άνθρωπος που πίστευε τότε στη Θεσσαλονίκη πιο πολύ από όλους ότι δεν θα αργήσει να γίνει το επόμενο βήμα; 

ΘΜ: Εγώ το πίστευα πάρα πολύ. Κάποια στιγμή, από το Λύκειο ακόμα, όταν έγραφα κομμάτια και σκεφτόμουν το μέλλον, το οραματιζόμουν ήδη. Έλεγα πως αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου. Και μόλις είδα τη δυναμικής της μπάντας, της ομάδας, και την ενέργεια, μπορεί να μην είχαν όλοι το ίδιο όραμα, παρόλα αυτά ένιωθα μια ασφάλεια και σκεφτόμουν “αυτό είναι, πάμε”.
ΔΚ: Στη Θεσσαλονίκη, ήταν ο Δημήτρης Φίστας. Από τη μπάντα, μόνο ο Θοδωρής. Από την πρώτη φορά που τον είδα στην πρόβα να λέει το Το Ξέρω Θα Ρθεις, είπα “Παιδιά, εδώ είμαστε. Αυτό το παιδί έχει άστρο, πάμε να δουλέψουμε”.
ΑSΠ: Από τις ιστορίες που έχω ακούσει όσο είμαι με τα παιδιά, νομίζω ο Θοδωρής. Και αντίστοιχα, η ομάδα πίστευε τον Θοδωρή.
ΧΤ: Ο Θοδωρής. Ήταν και είναι η βασική κινητήρια δύναμη αυτής της μπάντας. Πρώτος αυτός πίστεψε σε αυτό και έκανε τις πρώτες κινήσεις για να ξεκινήσει να προχωράει παραπέρα.
ΓΚ: Αυτός που το πίστεψε και το υπηρέτησε πιο ένθερμα ήταν ο Θοδωρής.

-Όταν δημιουργήσατε την μπάντα, η συμπάθεια ήταν αμοιβαία μεταξύ σας; Ή υπήρχαν τυπικές σχέσεις;

ΧΤ: Γίναμε παράλληλα και παρέα, οπότε ήταν πολύ ευχάριστο όλο αυτό. Οι περισσότεροι ήδη ήταν φίλοι μεταξύ τους (άλλωστε οι δύο από τους πέντε είναι αδέρφια) και έτσι «έδεσε το γλυκό».
ΓΚ: Εγώ με τον Διονύση (σ.σ.: Φραντζής – παλαιότερο μέλος των Onirama) είχαμε ήδη ένα συγκρότημα, ήμασταν φίλοι. Με τον Δημήτρη είμαστε αδέλφια, οπότε υπήρχε αυτό το κλίμα, η διάθεση, το “πάμε!”.

-Τότε, πώς είχαν μοιραστεί οι εξωτερικές αρμοδιότητες, πέραν της μουσικής; Ποιος έκλεινε τα live σας; Ποιος αναλάμβανε το τεχνικό κομμάτι να διεκπεραιωθεί ένα live, ή να κάνει τις δημόσιες σχέσεις;

ΔΚ: Και αυτά, έγιναν από μόνα τους, αβίαστα. Ο πληκτράς μας ανέλαβε τα αμιγώς μουσικά, εγώ ως πιο επικοινωνιακός είχα αναλάβει αυτό το κομμάτι -να κλείνω μαγαζιά ή live, δουλειά εύκολη γιατί μας θέλανε- και ο Θοδωρής ήταν ο γενικός επιβλέπων.
ΓΚ: Αυτά όλα ανήκουν κυρίως στον Θοδωρή, που ήταν και ο πιο “σύγχρονος”. Εμείς είχαμε συνηθίσει να παίζουμε σε μπάντες ροκ, που συνήθως έπαιζαν για να μην πληρώνουν τα ποτά τους.
ΧΤ: Τα πρώτα χρόνια, τις επαφές έκαναν ο Θοδωρής και ο Δημήτρης. Αργότερα, υπήρξαν διάφοροι συνεργάτες που ανέλαβαν αυτό το κομμάτι, το οποίο είναι και αρκετά δύσκολο να το χειρίζεται κάποιος μέσα από την μπάντα. Έχουμε συνεργαστεί κατα καιρούς με πολλούς, όμως αρχικά το είχε αναλάβει κυρίως ο Θοδωρής.

Αλεξ Σιμον Παπακωνσταντινου

-Η πρώτη σας απόπειρα για να δημιουργήσετε τον δικό σας δίσκο; 

ΘΜ: Ο πρώτος δίσκος γράφτηκε Θεσσαλονίκη. Στο “σπιτικό” στούντιο του τότε κιθαρίστα μας, του Άλκη Κανίδη, που ήταν και παραγωγός τότε. Αυτόν τον δίσκο τον δειγματίσαμε, τράβηξε το ενδιαφέρον της LYRA, και συγκεκριμένα της Ντόρας Ρίζου, που τον πίστεψε πάρα πολύ και μας υπέγραψε κατευθείαν.
ΧΤ: Τα πρώτα τραγούδια είχαν ήδη ηχογραφηθεί σε μορφή demo, προπαραγωγής ας πούμε, οπότε όταν ξεκινήσαμε να κάνουμε το δίσκο υπήρχε μια προεργασία. Δουλέψαμε αρκετά και σε επίπεδο προβών και ιδεών, όπως και κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης. Μπορεί να έλειπε η εμπειρία, υπήρχε όμως ο πρώτος ενθουσιασμός και η χαρά της πραγμάτωσης αυτών των τραγουδιών, που θα μας έκανε συγκρότημα με δικό του υλικό, που το θέλαμε όλοι πολύ! Πολλές φορές έχουμε σκεφτεί να ξανακάναμε αυτά τα κομμάτια με πιο «άρτια παραγωγή», όμως έτσι έχουν μια πιο «αθώα» οπτική.
ΓΚ: Ξεκίνησε όταν άρχισαν να έχουν επιτυχία τα πρώτα live ήταν ξεκάθαρο σε όλους μας πως έπρεπε να γράψουμε δικά μας κομμάτια και να το προσπαθήσουμε.

-Πώς προέκυψε η πρώτη σκέψη για να κατεβείτε Αθήνα; Υπάρχει κάποια κρυφή ιστορία να μου πείτε (και ας μην μείνει κρυφή πια, το επιβάλλουν και τα 20 χρόνια  πια);

ΔΚ: Η πρώτη πρόταση που είχαμε -αν θυμάμαι καλά- ήταν να παίξουμε με τον Νίκο Μακρόπουλο. Εκείνη την εποχή στα κυριακάτικα πάρτι στο Baraonda έγινε μεγάλη επιτυχία, για τότε μπορώ να σου πω ατελείωτες ιστορίες, για το πώς δεν το είχαμε καθόλου με την Αθήνα, δεν αναγνωρίζαμε επώνυμους, κλπ.
ΓΚ: Τίποτα δεν μας κράτησε πίσω. Από την πρώτη στιγμή συμφωνήσαμε όλοι να το κάνουμε.
ΧΤ: Κατεβήκαμε Αθήνα σταδιακά. Για περίπου 3 χρόνια “ακροβατούσαμε” μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης -ανεβοκατεβαίναμε δηλαδή για να παίξουμε ή όταν υπήρχε κάποια άλλη υποχρέωση. Κάποια στιγμή -άλλοι πιο αργά, άλλοι πιο γρήγορα- εγκατασταθήκαμε στην Αθήνα και αποφασίσαμε πια η έδρα του συγκροτήματος να είναι εδώ. Έπρεπε να παρθεί μια απόφαση, γιατί είχε ξεκινήσει να γίνεται αρκετά δύσκολο αυτό το πήγαιν’ έλα, οπότε νομίζω ή θα ‘πρεπε κάποιος να αποχωρήσει, ή να μείνει πια εδώ -που ήταν και λειτουργικά πια η έδρα του συγκροτήματος.

-Υπήρξε ομόφωνη απόφαση στο να προχωρήσετε παρακάτω;

ΧΤ: Ναι, όλοι το θέλαμε. Κάποια στιγμή έγινε μια συζήτηση, και είδαμε ότι για να προχωρήσει το συγκρότημα, θα πρέπει να επικεντρωθούμε πλήρως, να αφήσουμε δηλαδή όποιες δουλειές έκανε ο καθένας παράλληλα. Πάρθηκε τελικά ομόφωνα η απόφαση να κυνηγήσουμε αυτό μας το όνειρο, που είχε αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά και να αφοσιωθούμε σε αυτό.
ΓΚ: Ακριβώς αυτό.

-Από τη Θεσσαλονίκη και την ασφάλεια της πόλης που ήσασταν γνωστοί, στην Αθήνα. Σας επηρέασαν οι διαφορές που προέκυψαν ξαφνικά στις ζωές σας; Υπήρξε ισορροπία στις σκέψεις σας;  

ΘΜ: Όταν κατεβήκαμε στην Αθήνα, τα πράγματα μεγεθύνθηκαν πάρα πολύ και πολύ γρήγορα. Εκείνο το διάστημα ήμασταν λίγο μουδιασμένοι, δεν καταλαβαίναμε τι γίνεται. Για μένα ήταν ακόμα πιο έντονο, γιατί τότε άρχισε να προβάλλεται πιο πολύ και η προσωπική μου ζωή, η σχέση μου με τη Σίσσυ, αλλά και για τη μπάντα -με τη συνεργασία με τον Αντώνη Ρέμο, με το Το Ξέρω Θα Ρθεις να παίζει φουλ στα ραδιόφωνα και να γίνεται ένας χαμός, το Cinema που έγινε το πιο hot στέκι στην Αθήνα- όλο αυτό μέσα σε 1-2 χρόνια μάς έκανε να μουδιάσουμε. Εκείνη τη διετία σαν να είχαμε χάσει την αίσθηση του χρόνου, πέρασαν χωρίς να καταλάβουμε τι γίνεται.
ΓΚ: Ήταν λίγο περίεργα στην αρχή. Από την πρώτη χρονιά, που ήμασταν στο Cinema, πάλι τα πράγματα πήραν μια φυσική ροή από μόνα τους. Γιατί από την πρώτη φορά που παίξαμε, έγινε και εκεί ό,τι γινόταν και στη Θεσσαλονίκη. Οπότε από εκεί που ήμασταν λίγο περίεργα, ξαφνικά νιώσαμε σαν στο σπίτι μας, γιατί είχαμε την ίδια ανταπόκριση.
ΧΤ: Θέλαμε πολύ να επιδιώξουμε τη συνέχεια της πορείας του συγκροτήματος και ήμασταν αρκετά ενθουσιασμένοι που πήγαινε καλά, που αυτό ισορρόπησε την όποια νοσταλγία υπήρχε, δίνοντάς μας δύναμη να προσαρμοστούμε τελικά στα νέα δεδομένα.

-Πώς καταφέρατε εκείνη την περίοδο να κρατηθείτε ενωμένοι; Υπάρχει κάποιο μυστικό; 

ΘΜ: Ήταν δύσκολα, γιατί έπεσαν πολλά διλήμματα τότε. Άρχισαν να υπάρχουν σκέψεις, προβληματισμοί, το προς τα πού πάμε, το τι θα γίνουμε, ποιες συνεργασίες θα κάνουμε. Προσπαθούσαμε να έχουμε καθαρό μυαλό, να συνεννοούμαστε, για να μπορέσουμε να βγάλουμε μια άκρη. Είχαμε καλά θεμέλια και γερές βάσεις στις σχέσεις μας, και το όραμά μας ήταν συγκεκριμένο -παρόλο που εκεί μας προσφέρθηκαν πολλές επιλογές, και είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις ποια είναι καλή και ποια όχι. Θεωρώ όμως πως γενικά, τα καταφέραμε σε αυτό αρκετά καλά.
ΔΚ: Το ότι ήμασταν τόσο φίλοι, τέτοια παρέα, και αρκετά κατασταλαγμένοι.
ΑSΠ: Και τότε, και τώρα, το ίδιο: Μουσική, όρεξη, ομάδα.
ΧΤ: Νομίζω το γεγονός ότι ήμασταν φίλοι και ό,τι και να συνέβαινε βρίσκαμε τρόπο να το ξεπεράσουμε.
ΓΚ: Νομίζω πως ήταν πολύ ευδιάκριτοι οι ρόλοι. Κανένας δεν διεκδίκησε κομμάτι από την πίτα ευθύνης του άλλου. Ήταν πολύ ξεκάθαρο το τι κάνει ο καθένας μας, και ήταν και ευχαριστημένος με αυτό.

-Για να μπορείτε να είστε μια μπάντα που, τα 20 αυτά χρόνια, δημιουργεί τάσεις στην ελληνική αγορά, παρακολουθείτε την παγκόσμια αγορά; Είναι αποτέλεσμα έμπνευσης; Είναι συνδυασμός;

ΘΜ: Σε κάθε επάγγελμα, πρέπει να ενημερώνεσαι. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, που οι εξελίξεις μάς προλαβαίνουν και δεν τις προλαβαίνουμε, είναι σημαντικό να είσαι ενημερωμένος -όσον αφορά την τεχνολογία, τα νέα πράγματα, τους νέους τρόπους να επικοινωνήσεις με το κοινό. Πόσο μάλιστα στη μουσική, που κάνει κύκλους όσον αφορά τη μόδα. Μέσα απ’ αυτό, πρέπει να καταφέρεις να μην αλλοιωθείς, εμπλουτίζοντας όμως τον υπάρχοντα χαρακτήρα και το στιλ σου.
ΔΚ: Ο Θοδωρής το κάνει αυτό. Είναι τόσο ενημερωμένος, τα ψάχνει όλα και ασχολείται. Αυτός το έχει καταφέρει να μας κρατάει τόσο ενημερωμένους ως σήμερα.
ΓΚ: Αυτό στο σύνολό του είναι δουλειά του Θοδωρή. Μας έβαλε σε έναν δρόμο, για το τι πρέπει να κάνουμε αν θέλουμε να επιβιώσουμε σε αυτόν τον χώρο.
ΧΤ: Προσπαθούμε να μην μένουμε στάσιμοι, να πειραματιζόμαστε και να εξελισσόμαστε.
ΑSΠ: Πιστεύω είναι λίγο απ’ όλα. Έχουμε όλοι αρκετά διαφορετικά, αλλά και αρκετά όμοια ακούσματα, τόσο από την ελληνική όσο και από την παγκόσμια μουσική σκηνή. Όλα αυτά μας επηρεάζουν και μας εμπνέουν όταν γράφουμε.

-Σε όλα τα επίπεδα και σημεία των Onirama, υπάρχει ομαδική δουλειά ή έχουν μοιραστεί επιμέρους οι αρμοδιότητες;

ΧΤ: Σ’ ένα συγκρότημα και μόνο το γεγονός ότι ο καθένας παίζει διαφορετικό όργανο, τον βάζει σε μια ιδιαίτερη θέση. Θέλω να πω, γίνεται λίγο αυτόματα αυτό, δεν έχουν όλοι τον ίδιο ρόλο, και μουσικά και σε επίπεδο σκηνικής παρουσίας. Προσπαθούμε να βοηθάει ο καθένας το σύνολο με τις δικές του δυνατότητες, έτσι ώστε να προσφέρει στον τομέα που είναι πιο ικανός!
ΑSΠ: Έχουν μοιραστεί οι αρμοδιότητες και έτσι θεωρώ πως πρέπει να γίνεται σε μια ομάδα. Αλλά στο τέλος, πάντα θα ρίξουμε όλοι μαζί μια τελευταία ματιά στα πάντα.

-Θέλω να θυμηθείτε δυο στιγμές, που δεν θα θέλατε να έχετε ζήσει ποτέ στην επαγγελματική σας πορεία.

ΘΜ: Δεν νομίζω πως έχω να θυμάμαι κάτι τόσο τραγικό. Αν και αρκετές φορές που έρχονται να μας δουν επώνυμοι, δεν τους ξέρω πολλές φορές, αλλά όχι από κακία ή σνομπισμό, δεν τους ξέρω πραγματικά. Γι’ αυτό με κοροϊδεύουν πολλές φορές τα παιδιά. Θεωρώ πάντως πως ήταν λάθος που δεν παίξαμε δεύτερη χρονιά στο Cinema. Ενώ η αίσθηση του live μας δημιουργεί στέκι, κάθε χρόνο αλλάζαμε στέγη. Αυτό ίσως είναι ένα κομμάτι που διαχειριστήκαμε λάθος.
ΔΚ: Δεν μου έρχεται κάτι -εκτός ίσως από μια φορά που είχαν αργήσει ο αδελφός μου με τον Θοδωρή σε ένα live, και όλο το πρώτο μισάωρο παίζαμε και μαλώναμε…
ΓΚ: Θα σου έλεγα ψέματα αν υποστήριζα πως δεν υπήρχαν. Αλλά το θέμα είναι πως όταν κάνεις έναν απολογισμό, και η συντριπτική πλειοψηφία των στιγμών είναι στη θετική πλευρά, όλο το υπόλοιπο, το αρνητικό, χάνεται.
ΑSΠ: Θυμάμαι σίγουρα μια, που ήταν και η πιο χαρακτηριστική: Πήγα να βγω στη σκηνή χωρίς μπάσο…
ΧΤ: Θα πω πρώτα αυτή που –ευτυχώς- δεν έχουμε ζήσει ακόμα, τη διάλυση του συγκροτήματος. Δεύτερη, την πρόσφατη κατάσταση με την πανδημία, που έφερε όλον τον κλάδο μας -και όχι μόνο- σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Ευχόμαστε να περάσει όσο πιο αναίμακτα γίνεται.

-Τώρα θα ήθελα να θυμηθείτε και δυο στιγμές, που όποτε τις θυμάστε ανατριχιάζετε ή συγκινείστε.

ΘΜ: Είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις κάποιες στιγμές. Σίγουρα θυμάμαι πάρα πολύ έντονα την πρώτη φορά που άκουσα τραγούδι μας στο ραδιόφωνο -μια πολύ δυνατή στιγμή- αλλά και το πρώτο μας νούμερο 1 που ήταν η Κλεψύδρα. Επίσης, η στιγμή που ο Διονύσης Σαββόπουλος ερμήνευε στο στούντιο ένα δικό μας τραγούδι, μάς δημιούργησε ένα δέος -ειδικά όταν σου λέει ένας τέτοιος θρύλος πόσο του αρέσει το κομμάτι που έγραψες- αλλά και πολλές πολλές ακόμα στιγμές. Είμαστε ευλογημένοι με το να έχουμε ζήσει καταπληκτικές συνεργασίες, εμφανίσεις, βραβεία…
ΔΚ: Σίγουρα η μία είναι η εμπειρία στο στούντιο Black Rock στη Σαντορίνη. Το όνειρό μου ως πιτσιρικάς ήταν να συμμετέχω σε έναν δίσκο στα πρότυπα του εξωτερικού. Επίσης, το ότι “ανοίξαμε” τη συναυλία του Lenny Kravitz στο Rockwave, αλλά και τα MAD Secret Concerts, και μόνοι μας και με τον Αντώνη Ρέμο.
ΑSΠ: Οπωσδήποτε το live στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος για τα 18 μας χρόνια το καλοκαίρι του 2018, όπως επίσης και όταν βγήκαμε να παίξουμε στο drive in, μετά από το lockdown. Όπως είπε και ο Θοδωρής «Για πρώτη φορά μού κορνάρουν και μου αρέσει!».
ΓΚ: Είναι η πρώτη συναυλία που κάναμε αφού φύγαμε από το Cinema, που παίξαμε σε μια πλατεία στην Πάτρα και είχε 10 χιλιάδες κόσμο που τραγουδούσε Κλείσε Τα Μάτια. Εκεί ένιωσα πραγματικά όπως οι ήρωές μου, όπως ο Τζάγκερ ή ο Κιθ Ρίτσαρντς. Είδα να γίνεται το όνειρο πραγματικότητα.

onirama

-Αν ήσασταν μουσικά όργανα, ποιο θα ήταν ο καθένας και γιατί;

ΘΜ: Νομίζω πως θα ήθελα να είμαι το γιουκαλίλι, γιατί αν και είναι πάρα πολύ απλό, έχει τόσα χρώματα και εικόνες -ειδικά από τη Χαβάη.
ΑSΠ: Ο Θοδωρής θα ήταν banjo –μοιράζει χαμόγελα και θετική ενέργεια. Ο Χρήστος πιστεύω άρπα, αφού καλύπτει τα πάντα. Ο Δημήτρης θα ήταν ηλεκτρική κιθάρα, αφού ακούγεται πάντα και παντού. Ο Γιώργος πάλι, μπουζούκι, αφού δίνει τόνο. Εγώ πάλι, ως ανήσυχο πνεύμα θα ήμουν τύμπανα.
ΧΤ: Εγώ το πιάνο, γιατί από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήμουν μαζί του και δεν θα μπορούσα εύκολα να φανταστώ την ζωή μου χωρίς αυτό.
ΓΚ: Εγώ θα ήθελα να είμαι μπάσο. Ο ρόλος του είναι υποστηρικτικός, είναι αυτό που κοιτάει να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα που γίνονται γύρω του.

-Όταν προέκυψαν στη ζωή των Onirama οι αρνητικές κριτικές, πώς το αντιμετωπίσατε; 

ΘΜ: Στην αρχή, ήταν λίγο δύσκολο. Μέχρι να καταλάβεις τι γίνεται, λίγο ζορίζεσαι. Και με την επιτυχία, έρχεται και λίγο παράλληλα αυτό. Πιο δύσκολο ήταν με πράγματα που γράφονταν και αφορούσαν την προσωπική μου ζωή, γιατί δεν είχαν καμία υπόσταση. Όσον αφορά τη δουλειά μας, επειδή την ήξερα και πίστευα σ’ αυτή, με επηρέαζε πολύ λιγότερο.
ΔΚ: Στην Ελλάδα -δυστυχώς- πάνω από τη μουσική, είναι η ταμπέλα. Δεν υπήρχε ποτέ καμιά κουβέντα σχετικά, ήμασταν τόσο συνειδητοποιημένοι. Υπήρχαν άτομα που μας κριτίκαραν αρνητικά και δεν είχαν ακούσει καθόλου τη μουσική μας, ούτε είχαν δει τα live μας. Υπήρχαν κάποιοι που είπαν π.χ. στην αρχή “Καλά, με τη Lyra οι Onirama;”. Και όταν ήρθαν και μας είδαν, είπαν “Ωραία φάση, διασκέδαση.” Επίσης, αυτό που μας είχαν πει οι άνθρωποι της Lyra, ήταν πως πρώτη φορά κάνουν δίσκο σε ένα συγκρότημα που έχει ήδη κόσμο -συνήθως γινόταν το αντίθετο. Είναι πρωτοφανές αυτό. Κάναμε 5 χρόνια να βγάλουμε δίσκο.
ΧΤ: Εξαρτάται από ποια διάθεση προκύπτει η κριτική. Αν κάποιος κοντινός σου άνθρωπος την κάνει με καλή διάθεση, οφείλεις νομίζω να τη λάβεις υπόψη σου. Αλλιώς νομίζω δεν θα πρέπει να σε αγγίζει. Οποιοσδήποτε άνθρωπος γεννήθηκε σ’ αυτόν τον πλανήτη έχει δεχτεί κάποια στιγμή κριτική και -δυστυχώς- κακοπροαίρετη μερικές φορές. Νομίζω πως σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει απλά να συνεχίζεις την πορεία σου.
ΑSΠ: Η αρνητική κριτική είναι απόδειξη πως κάτι κάνεις σωστά και πως κάποιος ασχολείται παραπάνω με σένα παρά με τον εαυτό του.
ΓΚ: Το διαχειρίστηκα πολύ ψύχραιμα. Άκουγα και ακούω μουσική όλη μου τη ζωή. Ξέρω πολύ καλά τι κάνουν οι Onirama. Τώρα, αν βγει ένας δισκοκριτικός και πει πως εγώ δεν κάνω ροκ ή νομίζω πως κάνω ροκ, ήξερα από πριν ότι θα μου το πει. Ξέρω πώς είναι τα πράγματα, και ξέρω ποιος είναι καλοπροαίρετος και ποιος κακοπροαίρετος. Θα μπορούσες να μου κάνεις μια κακή κριτική και να τη δεχτώ χωρίς θέμα. Αλλά πρέπει ν’ αναγνωρίσεις και εσύ ότι μιλάμε για μια παρέα παιδιών που ξεκίνησε χωρίς να τους βοηθήσει κανένας. Σκέψου επίσης γιατί είναι εδώ 20 χρόνια. Κάτι κάνουν καλά. Κρίνε με για την μουσική μου, δεν έχω αντίρρηση, αλλά δες και τ’ αντικειμενικά καλά.

onirama

-Οι αρνητικές κριτικές μπορούν να σταθούν στη ζωή ενός καλλιτέχνη; Έχουν λόγο ύπαρξης -εφόσον θεωρήσουμε ότι οι τέχνες βασίζονται και σε υποκειμενικά κριτήρια και ότι ο καλλιτέχνης γνωρίζει άρτια τη θεωρία της τέχνης του;

ΘΜ: Νομίζω πως όχι, δεν σ’ αγγίζουν τόσο. Εκτός αν έχουν κακία, οπότε σ’ ενοχλεί η κακία. Μετά από ένα σημείο απομονώνεις δηλαδή τη διάθεση πίσω από αυτό που έχει γραφτεί. Επίσης, το γεγονός πως είμαστε ομάδα, είναι πολύ πιο βολικό, μπορούσε ο ένας να βοηθάει τον άλλο.
ΧΤ: Ο καλλιτέχνης οφείλει –νομίζω- καθημερινά, να ανακαλύπτει εκ νέου τη θεωρία της τέχνης του. Οι αρνητικές κριτικές μπορούν να μετατραπούν σε κινητήρια δύναμη για την εξέλιξη της τέχνης που υπηρετεί κάποιος. Αυτό νομίζω είναι το πιο σημαντικό.
ΑSΠ: Οι αρνητικές κριτικές είναι απαραίτητες για μένα. Είτε σε στεναχωρήσουν, είτε σε εκνευρίσουν, είτε σε κάνουν να γελάσεις, είτε σε βάλουν σε σκέψεις, πάντα θα οδηγήσουν σε δημιουργικότητα. Αν και εφόσον, γνωρίζεις τη θεωρία της τέχνης σου, όπως και το τι θέλεις από την τέχνη σου και τον εαυτό σου.

-Ανεβαίνετε σε ένα stage και από κάτω έχει 10 χιλιάδες κόσμο. Τελειώνει το live σας. Υπάρχει κάποια ρουτίνα ή συνήθεια που ακολουθείτε ύστερα; 

ΘΜ: Ανάλογα τη συνθήκη. Κάποιες φορές μπορεί να πάμε όλοι μαζί για ένα ποτό, να εκτονωθεί η ένταση του live. Μπορεί να πάμε να τσιμπήσουμε κάπου. Αμέσως μετά το live θα κάτσουμε σίγουρα δούμε πώς πήγε, αυτό γίνεται ακόμα και τώρα.
ΔΚ: Υπάρχει, φυσικά. Φαγητό μέχρι σκασμού. Όπου και αν παίζουμε, ψάχνουμε να βρούμε πού έχει καλό φαγητό.
ΑSΠ: Θετικές βαθιές ανάσες, χαμόγελα, αγκαλιές με τους αγαπημένους μας ανθρώπους, καναπές, ξεκούραση…
ΧΤ: Υπάρχει, κατά περίπτωση. Άλλες φορές ξεκούραση, άλλες μια βόλτα ή μια έξοδο ενδεχομένως.
ΓΚ: Εμένα μου αρέσει να το απομυθοποιώ την ίδια ακριβώς στιγμή. Επίσης, τώρα λίγο “βαρύναμε”, δεν βγαίνουμε μετά τα live με τους ρυθμούς που βγαίναμε κάποτε, αλλά μπορώ να σου πω πως μετά τη συναυλία μπορεί και να ζήσουμε το πιο ωραίο κομμάτι όλης της ιστορίας.

-Υπάρχει κάποιος τρόπος να μπορείς ν’ αντέξεις τα δυο άκρα που προκύπτουν μέσα σε μια νύχτα; Από τους 10 χιλιάδες που σε αποθεώνουν, στο σπίτι με τους ανθρώπους σου; 

ΘΜ: Πολλές φορές, είναι λίγο μια ανώμαλη προσγείωση από το ένα άκρο στο άλλο, και είναι νομίζω πολύ σημαντικό να επιλέξεις ποιους ανθρώπους θα έχεις γύρω σου για να σε βοηθήσουν σε αυτή τη μετάβαση -η οικογένεια, οι φίλοι, οι συνεργάτες σου. Πέρα από τη δική σου προσπάθεια, και το ότι στην πάροδο του χρόνου το απομυθοποιείς. Εμένα πάντως, μου έχει τύχει να κάνω 2-3 βόλτες με το αμάξι πριν ξαναπάω σπίτι μετά από live, για να ηρεμήσω. Γιατί το transition είναι μεγάλο – είσαι πάνω σε ένα stage, γίνεται χαμός, τόση ένταση, και μετά εσύ να πηγαίνεις σε κάτι άλλο. Το ένα πρέπει να τελειώνει εκεί που αρχίζει το άλλο.
ΧΤ: Να χαρείς τους ανθρώπους του σπιτιού σου, όπως αισθάνθηκες όμορφα και χάρηκες με όλον αυτόν τον κόσμο που πέρασε καλά μαζί σου κι εσύ μαζί τους!
ΔΚ: Δεν αντέχεται αυτό το πράγμα, αν δεν είσαι συνειδητοποιημένος. Είτε παίζαμε στο Malt ‘n’ Jazz, είτε μπροστά σε 10 χιλιάδες, ήταν ακριβώς το ίδιο για μας. Δεν έχει καμία απολύτως διαφορά.
ΓΚ: Για μένα ήταν και είναι πολύ εύκολο να το διαχειριστώ, σχεδόν χωρίς καμία προσπάθεια.
ΑSΠ: Το μόνο εύκολο είναι να γυρνάς στο σπίτι, με τους ανθρώπους σου!

-Η δουλειά μιας μπάντας, πρέπει να είναι καθημερινή για να υπάρχει εξέλιξη; Δηλαδή να υπάρχει ένας χώρος, που κάθε μέρα θα πάτε και θα δουλέψετε -είτε το πρόγραμμά σας είτε οτιδήποτε άλλο;

ΘΜ: Με το που άρχισε να μας αποδίδει κάτι οικονομικά -γιατί στην αρχή είχαμε όλοι και δεύτερες δουλειές- και μόλις παράλληλα είχε και περισσότερες απαιτήσεις χρονικά, αποφασίσαμε να εστιάσουμε εκεί. Αποφασίσαμε να αφήσουμε τις δουλειές που είχαμε, και δώσαμε βάση σε αυτό, για να μπορέσουμε να πάμε παραπέρα.
ΑSΠ: Είναι κάτι με το οποίο πρέπει να ασχολείσαι καθημερινά για να το κρατάς ζωντανό. Αλλά και από μόνο του, σε κάνει να θέλεις να ασχολείσαι κάθε μέρα.
ΧΤ: Καθημερινή όχι. Συχνή, σίγουρα! Όλο αυτό έχει πολλή δουλειά -και σε προσωπικό και σε ομαδικό επίπεδο.
ΓΚ: Σ’ εμάς δεν έπαιξε τόσο μεγάλο ρόλο η δουλειά, γιατί δούλευε μόνο ο ένας από εμάς (γελάει). Το θετικό ήταν πως από την αρχή υπήρξαν ευδιάκριτοι ρόλοι και δεν μπήκαν οι εγωισμοί στη μέση. Μόνο έτσι ένα πράγμα έχει προοπτική να προχωρήσει.

-Πώς είναι να γράφεις τραγούδι κατά παραγγελία; Υπάρχει κάποιος τρόπος να έρθει η έμπνευση; (Αναφέρομαι στα soundtrack που έχετε κάνει) 

ΘΜ: Εμένα μου αρέσει πολύ αυτό, γιατί από μόνο του σου δίνει μια κατεύθυνση. Αν είναι μια ταινία, ένα σίριαλ, έχεις ένα σενάριο, έναν τίτλο, κάτι που σε οδηγεί. Πολλές φορές, ακόμα και μια ατάκα μπορεί να βοηθήσει, όπως στην περίπτωση του World Party, που ο Σάκης ο Τανιμανίδης και ο Γιώργος ο Μαυρίδης μας είπαν “Θα κάνουμε μια εκπομπή που θα λέγεται World Party. Θέλουμε ένα τραγούδι γι’ αυτό”. Μόνο αυτό, και το ότι μεταξύ τους έλεγαν συνέχεια το YOLO, και κάπως έτσι βγήκε ένα τραγούδι -που είναι και δικό μας πολυαγαπημένο.
ΔΚ: Αν του δώσεις του Θοδωρή κομμάτι κατά παραγγελία, είναι καλύτερος από τον Ed Sheeran. Για το I Love Karditsa π.χ. το κομμάτι το γράψαμε σε 6’ ακριβώς πριν από ένα live στη Γλυφάδα. Για το τραγούδι για το Νήσος, είπε ο Θοδωρής “δεν θα γράψουμε ερωτικό τραγούδι, θα γράψουμε ένα ερωτικό σκωτσέζικο”. Και μπήκαμε στη διαδικασία να γράψουμε με κουαρτέτο σκωτσέζικων παραδοσιακών οργάνων.
ΧΤ: Είναι πολύ ενδιαφέρουσα μία τέτοια διεργασία. Δεν νομίζω ότι διαφέρει πολύ από το να γράφεις για τον εαυτό σου, απλά αλλάζει ο τρόπος ερεθίσματος της δημιουργικής σκέψης.
ΑSΠ: Διαβάζεις μια ιστορία. Στη συγκρατημένη περίπτωση, το σενάριο. Μπαίνεις στην υπόθεση, εμπνέεσαι και γράφεις.
ΓΚ: Από τη στιγμή που προέκυπταν προτάσεις, εμείς φυσικά και θέλαμε να ασχοληθούμε. Ό,τι έχει σχέση με τη μουσική μάς αφορά. Λόγω των πολλών προβών που κάναμε πάντα, είχαμε πολλά κομμάτια που δεν είχαν μπει σε κάποιο δίσκο, είχαμε υλικό. Αν κάποιο κομμάτι ταίριαζε σε μια ιστορία, το παίρναμε ως βάση. Άρα, δεν είναι ακριβώς κατά παραγγελία, αλλά μια ενδιάμεση κατάσταση.

concert live

-Ύστερα από μια ακραία περίοδο που βίωσε ο πλανήτης μας, και το επάγγελμά σας -όπως και πολλά ακόμα- έμεινε εκτεθειμένο. Σε τι φάση βρίσκεστε τώρα; Τι έχουμε  να περιμένουμε από εσάς; 

ΘΜ: Σίγουρα συζητάμε, δεν ησυχάζουμε. Απλώς η συγκυρία και οι συνθήκες έχουν περιορίσει τις επιλογές μας και δυνατότητες, και επειδή αυτό το πράγμα δεν έχει καταλήξει και κάπου -για να ξέρεις ποια είναι τα δεδομένα σου- πάμε λίγο μέρα με τη μέρα. Όντως το επάγγελμά μας έμεινε πολύ στην άκρη, και είναι πολύς κόσμος που έχει ζοριστεί. Ελπίζω τα πράγματα να επανέλθουν όσο γίνεται περισσότερο. Η αλήθεια είναι πως η “κανονική” κανονικότητα θ’ αργήσει να ‘ρθει. Εγώ πάντως θεωρώ πως ό,τι προκύπτει δημιουργεί ευκαιρίες και καινούργιες δυνατότητες. Δεν μπορούμε να κλαίμε για το χυμένο γάλα. Η υγεία είναι πάνω απ’ όλα, οπότε θα προσαρμοστούμε και θα βρούμε τρόπους να παραμείνουμε δημιουργικοί.
ΧΤ: Έχουμε το νέο μας single, Αχ Να Σε Ξέχναγα, το οποίο κυκλοφόρησε εν μέσω καραντίνας. Είναι αλήθεια πως με τα νέα δεδομένα, οι εμφανίσεις έχουν γίνει αρκετά δύσκολες στην υλοποίησή τους.
ΑSΠ: Τα πάντα! Οι ακραίες καταστάσεις, δημιουργούν ακραίες αντιδράσεις -και ακραίες δημιουργίες…

-Πώς θα γιορτάζατε τα 20 χρόνια σας και πώς θα τα γιορτάσετε τελικά; Υπάρχει περίπτωση να μεταφέρετε την φιέστα, μέσα από το YouTube κανάλι σας με κάποιο τρόπο; 

ΘΜ: Η αλήθεια είναι πως είχαμε σκεφτεί πολύ όμορφα πράγματα. Δεν ξέρω πώς και αν θα βγουν όλα, θα περιμένουμε λίγο να καταλήξει όλο αυτό. Το πολύ πολύ να γιορτάσουμε τα 21 χρόνια…
ΔΚ: Εγώ δεν ήθελα να δώσουμε βάρος και πολλή σημασία στα 20 χρόνια. Είχαμε κάτι πολύ καλό στα σκαριά, ένα επετειακό live στην Αθήνα, τώρα δεν ξέρω.
ΑSΠ: (κρυφογελώντας) Δεν μπορώ να σου πω…
ΧΤ: Σκεφτόμαστε διάφορα πράγματα, είχαμε σχεδιάσει ακόμη περισσότερα. Δυστυχώς όμως ανετράπησαν λόγω καραντίνας. Σίγουρα όμως, κάτι θα κάνουμε!
ΓΚ: Είχαμε ετοιμάσει αρκετά πράγματα που δεν έγιναν λόγω πανδημίας.

-Όπως καταλαβαίνετε, η κουβέντα μαζί σας με έχει συνεπάρει. Δεν μπορούν οι σκέψεις μου να σταματήσουν να τρέχουν. Έχω τόσες απορίες, που σίγουρα δεν λύνονται με μια κουβέντα. Σκοπός της κουβέντας μας είναι το να μπορέσουμε να αποδομήσουμε μια επιτυχία, ενός ανθρώπου ή μια ομάδας -στον τομέα του εννοείται- ώστε να μπορέσουμε να δώσουμε έμπνευση σε οποιονδήποτε θεωρεί πως η επιτυχία δεν προκύπτει από τις ανθρώπινες δυνάμεις. Από τη δική σας οπτική, θα μας πείτε κάποιες σκέψεις σας ώστε να ξεκινήσει κάποιος να κάνει πράξεις και όχι να μένει στις σκέψεις;

ΘΜ: Για να μπορέσεις να πετύχεις πράγματα, πρέπει να βγεις από τον χώρο της ασφάλειάς σου. Αλλιώς, δεν προχωράς. Αρκεί και ένα βήμα τη φορά, να βρεις το θάρρος, και να έχεις πίστη στον εαυτό σου και να ξέρεις πού θέλεις να πας.
ΔΚ: Aυτή η ερώτηση πρέπει να γίνει στον Θοδωρή, είναι ο πλέον κατάλληλος ν’ απαντήσει. Δεν το είχα ονειρευτεί αυτό, έτυχε όμως ν’ αγαπήσω 4 παιδιά, να γίνουμε τόσο φίλοι, και το να υπάρχει μια χημεία μεταξύ τους είναι πολύ δύσκολο. Είμαστε σαν αδέλφια από διαφορετικούς γονείς. Δεν έχει συνταγή. Όπως έλεγε και ένας φίλος και γνωστός παραγωγός και μαέστρος στην Αθήνα “Το ΙΕΚ Onirama δύσκολα θα ξαναγίνει”.
ΑSΠ: Αν δεν πιστέψουμε, δεν θα προσπαθήσουμε. Αν δεν προσπαθήσουμε, δεν θ’ αποτύχουμε. Αν δεν αποτύχουμε, δεν θα μάθουμε. Αν δεν μάθουμε, δεν θα βελτιωθούμε. Αν δεν βελτιωθούμε, δεν θα πετύχουμε.
ΧΤ: Να μην σκέφτεται κάποιος «τι θα πει ο κόσμος». Νομίζω αυτή είναι μία μεγάλη τροχοπέδη για πολλούς στο να ξεκινήσουν να κάνουν πράξη κάποια πράγματα.
ΓΚ: Αυτό πιστεύω έχει να κάνει με την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα. Εδώ, στην περίπτωσή μας, έκατσε η χημεία. Πρέπει να έχεις την αντίληψη να το καταλάβεις και να στηριχτείς πάνω σ’ αυτό. Επίσης, πρέπει να υπάρχει πραγματικό όραμα. Ο Θοδωρής είχε πραγματικό όραμα. Αν δεν υπήρχε ο Θοδωρής, πιθανότατα να παίζαμε ακόμα στο υπόγειο στη Θεσσαλονίκη. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που τραγούδησα μαζί του και μ’ έκανε με τον τρόπο του να χαμηλώσω τον ενισχυτή μου. Σαν να μου έλεγε “ας ακουστούμε όλοι μαζί”. Και πάντα μας ενδιέφερε να περνάμε όλοι καλά -και επί σκηνής, και από κάτω απ’ αυτή.

-Παιδιά, Χρόνια Πολλά δεν είπαμε. Να είστε πάντα γεροί και ευτυχισμένοι, με υγεία, έμπνευση και δημιουργία. Είναι μεγάλη μου τιμή, που στα 20 χρόνια σας μου δίνετε την ευκαιρία να σας “αποδομήσω”. Για επίλογο, θέλετε να μου πείτε ένα κρυφό σας όνειρο; Και αν είχατε υπερδυνάμεις, ποιες θα θέλατε να είναι αυτές; 

ΘΜ: Η αλήθεια είναι πως πολλά από τα όνειρα που είχαμε όταν ξεκινήσαμε πραγματοποιήθηκαν. Επειδή όμως η ανθρώπινη φύση είναι τέτοια που πάντα δημιουργεί καινούργια, σίγουρα προκύπτουν συνεχώς νέα. Ας πούμε πως το όνειρο της μπάντας είναι να γεράσουμε μέσα σ’ αυτή, γλυκά… Όσο για υπερδυνάμεις, θα ήθελα να πετάω ή να γίνομαι αόρατος!
ΑSΠ: Να περπατάμε στο δρόμο και να μας χαμογελάει ο ξένος κόσμος. Γίνεται. Χαμογέλα του εσύ πρώτα, και λογικά, θα σου χαμογελάσει και αυτός. Δοκίμασέ το. Δεν έχεις να χάσεις κάτι…
ΧΤ: Αρκετά από τα όνειρά μας είναι πια πραγματικότητα. Εγώ θα ήθελα απλά να συνεχίσουμε να ζούμε για πολύ καιρό ακόμα αυτήν την πορεία που ξεκίνησε πριν από 20 χρόνια. Όσο για υπερδύναμη; Να μην χρειαζόμουν ύπνο! Θα ήταν πολύ πιο εύκολα τα πράγματα!
ΓΚ: Πολλά όνειρα, όχι ένα και δύο. Να μπορούσαμε π.χ. να είχαμε βγάλει πάρα πολλά χρήματα απ’ αυτή την ιστορία -γιατί δεν βγάλαμε- και να μπορούσαμε να πάμε για 2 χρόνια κάπου, στο εξωτερικό, και να γράψουμε έναν δίσκο ακριβώς όπως θα τον θέλαμε. Και το λέω αυτό γιατί η μουσική βιομηχανία πλέον επιτάσσει τα πράγματα να γίνονται πάρα πολύ γρήγορα. Ίσως τα 2 χρόνια να είναι και υπερβολικά, αλλά θα ήθελα να καθήσουμε και να δουλέψουμε με τον παλιό τρόπο. Όσο για την υπερδύναμη, θα ήθελα να έχω βιονική ακοή.

Ακολούθησε το mensdaily.gr σε facebook instagram

- Advertisment -spot_imgspot_img
- Advertisment -spot_img

Δημοφιλή

Recent Comments